ΑΠΟΚΗΡΥΤΤΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ



Τα Κομμουνιστικά Κόμματα κατά την Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη που διεξάγεται ανά διετία κατέληξαν εν ολίγοις ότι διαγράφουν την επανάσταση από τις θεμελιώδεις αρχές τους. Αφετηρία γι’ αυτή την εξέλιξη υπήρξε η ανάλυση του Διεθνούς Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών το οποίο, μετά από μία εφ' όλης της ύλης κριτική αξιολόγηση των επαναστάσεων του 20ού αιώνα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι επαναστάσεις «ουδέποτε αποτέλεσαν συνειδητή επιλογή μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων για μεταστροφή της κοινωνίας», αλλά αποτέλεσαν περισσότερο την «αναγκαία αυτοάμυνα σε ακραίες μορφές καταπίεσης». 
Η αναγκαιότητα για εκδίκηση, όμως, όπως αναφέρεται, δεν αποτελεί το πλέον γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη της ανθρώπινης συνειδητότητας σε θέματα συλλογικότητας και σοσιαλισμού. Διαφαίνεται πλέον ότι «η κοινωνική πρωτοπορία οφείλει να εργάζεται αδιάκοπα ώστε οι πολίτες των εθνών να διαπαιδαγωγούνται σεβόμενοι την αξία των αγαθών που είναι συλλογικά», αναφέροντας αναλυτικά ως τέτοια, το συλλογικό επίπεδο ζωής, τους όρους εργασίας, το συλλογικό περιβάλλον, την συλλογική παιδεία, την συλλογική περίθαλψη.
Ως πρώτιστος στόχος πλέον τίθεται οι κομμουνιστές να πρωτοστατούν στην «οργάνωση της κοινωνικής πρωτοπορίας και την ανάδειξη των καινοτόμων ιδεών».
«Μέσα σε συνθήκες στις οποίες η παγκοσμιοποιημένη οικονομία δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζεται ως ιστορική νομοτέλεια, οι προοδευτικές δυνάμεις ανά την υφήλιο οφείλουν να συστρατεύονται και να εργάζονται με κάθε μέσο ώστε να προτρέχουν των ραγδαίων εξελίξεων προς όφελος της ισονομίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης».
Αυστηρή κριτική ασκήθηκε στην πρακτική πολλών εθνικών κομμάτων να θέτουν ως «στρατηγικό στόχο» την επανάσταση, μεταθέτοντας υπό αυτό το πρίσμα στο ιδεατό μέλλον την επίλυση βασικών προβλημάτων συνύπαρξης ατόμων και κοινωνικών ομάδων και χωρίς να αναλύουν επαρκώς –ή και καθόλου– τις υπάρχουσες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των πολιτών. Συχνά έτσι –όπως αναφέρεται–«οι κομμουνιστές εμφανίζονται στην μεγάλη μερίδα του λαού ως καταστροφολόγοι μεσσίες, με αποτέλεσμα να αποκόπτονται τόσο από τον λαό όσο και από σημαντικές δυνάμεις προοδευτικών ανθρώπων, τους οποίους πάντα αντιμετώπιζαν με καχυποψία και εχθρότητα».
Άλλοτε πάλι, όπως αναφέρεται, «μέσα από αντιφάσεις συστρατευτήκαμε με κάθε είδους συντεχνιακά συμφέροντα προκειμένου να επιτύχουμε συμμαχίες, που πάντα όμως αποδεικνύονταν αφενός εφήμερες, αφετέρου διαβρωτικές ως προς την ανάπτυξη του αισθήματος της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής ευθύνης που πρέπει να βαραίνει τον κάθε πολίτη και την κάθε κοινωνική ομάδα με σοσιαλιστική συνείδηση». 
Οι εκπρόσωποι του ελληνικού ΚΚ αποχώρησαν χαρακτηρίζοντας την Συνδιάσκεψη προδοτική ως προς τους στόχους και τις αρχές που οφείλουν να υπηρετούν οι κομμουνιστές. Ακολούθησε δριμεία κριτική προς την ηγεσία του ελληνικού κόμματος, με υπόνοιες ότι έχουν παρεισφρύσει σε αυτό προσωπικότητες που έχουν στόχο την απομόνωσή του από την κοινωνική πρωτοπορία και από ολόκληρη την κοινωνία. Όπως αναφέρεται στην απόφαση της Συνδιάσκεψης με αφορμή την αποχώρηση της ελληνικής αντιπροσωπείας: «Η απομόνωση των κομμουνιστών από τον φυσικό χώρο δράσης τους, που είναι το ευρύτερο ανατρεπτικό κίνημα το οποίο θα όφειλαν να οργανώνουν και να ισχυροποιούν, και η μετατροπή τους σε ουραγούς συντεχνιακών διεκδικήσεων, θα έπρεπε να καταγράφεται μόνο ως επιτυχία της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και της οπισθοδρόμησης».
Και η απόφαση καταλήγει: «Επανάσταση είναι η καθημερινή επιδίωξη του ατόμου και των οργανωμένων ομάδων για κοινωνική δικαιοσύνη, αξιοπρέπεια, αλληλεγγύη και ευημερία, από τον μικρόκοσμο της οικογένειας μέχρι και την παγκόσμια κοινότητα. Η συνύπαρξη, η ειρήνη και η βιώσιμη ανάπτυξη είναι στόχοι που μπορούν να επιτευχθούν με την μόρφωση, την αυτοοργάνωση των μικρών κοινωνικών ομάδων, τις διαρκείς κοινωνικές παρεμβάσεις σε όλα τα επίπεδα δομών, την επιβολή νέων δομών όταν αυτό απαιτείται.
»Σύντροφοι, συμπολίτες της παγκόσμιας κοινότητας, το μέλλον είναι ο σοσιαλισμός! 
»Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα!».



Περισσότερες ειδήσεις: